Ναυπηγική «ρότα» του Nihon στην Ελλάδα
Πρώτη παραγγελία -στη βάση Αλίμου- από την Globus Maritime Limited για την κατασκευή ενός bulk carrier
Την αναθέρμανση των σχέσεων μεταξύ των Ελλήνων εφοπλιστών και των ιαπωνικών ναυπηγείων επιδιώκει μια γιάρδα της ασιατικής χώρας, «στήνοντας» στον Άλιμο την ευρωπαϊκή βάση των επιχειρήσεών της. ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ μήνες ξεκίνησε τη λειτουργία του το ελληνικό γραφείο του ναυπηγείου Nihon Shipyard. Η εν λόγω γιάρδα είναι προϊόν συνεργασίας ανάμεσα σε Imabari Shipbuilding και Japan Marine United Corporation (JMU). Ο μεγάλος ναυπηγικός όμιλος Imabari έχει το «πάνω χέρι» στην κοινοπραξία με ποσοστό 51%.
Όπως ανέφερε σημείωμα του Nihon στις αρχές Φεβρουαρίου, στόχος της νέας εγκατάστασης είναι η αύξηση των συμφωνιών στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση η διερεύνηση ενδιαφέροντος για ναυπηγήσεις από εταιρείες σε Κύπρο και Τουρκία.
Μέχρι πρότινος, ευρωπαϊκή βάση της Imabari αποτελούσε το Άμστερνταμ, με το σχετικό γραφείο ωστόσο να κλείνει στο ξεκίνημα του 2022.
Σε ερώτημα της «Ν» για τη λειτουργία του νέου γραφείου στην Ελλάδα, εκπρόσωπος της Nihon απάντησε ότι δεν δίνονται μεμονωμένα σχόλια επί του παρόντος.
Η πρώτη συμφωνία
Το νέο ιαπωνικό ξεκίνημα στην Ελλάδα φαίνεται πως απέφερε και την πρώτη παραγγελία. Συγκεκριμένα, την Τρίτη η Globus Maritime Limited, συμφερόντων της οικογένειας Φειδάκη, γνωστοποίησε ότι υπέγραψε συμβόλαιο με τη Nihon για την κατασκευή ενός bulk carrier, τύπου ultramax.
Σε σχετική δήλωσή του, ο CEO της εισηγμένης στη Wall Street εταιρείας Αθανάσιος Φειδάκης, έκανε λόγο για ένα «υψηλής ποιότητας, αξιοσέβαστο ναυπηγείο». Η παράδοση του πλοίου εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί το δεύτερο μισό του 2024.
Αυτή ήταν και η πρώτη παραγγελία Έλληνα εφοπλιστή σε γιάρδα της Ιαπωνίας για το 2022. Η τελευταία ελληνική επένδυση
στη χώρα φέρεται να υλοποιήθηκε από τη Samos Steamship, συμφερόντων της οικογένειας Ιγγλέση. Η ναυτιλιακή συμφώνησε τον περασμένο Δεκέμβριο με τη Nihon για δύο μεγάλα bulkers, τύπου capesize, με παράδοση μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Μείωση στην Ιαπωνία
Η απόφαση της Nihon να εγκατασταθεί στην «καρδιά» του εγχώριου ναυτιλιακού cluster είναι στρατηγικής σημασίας, δεδομένου αφενός του κυρίαρχου ρόλου των «Greeks» στην παγκόσμια ναυτιλία και αφετέρου των ελάχιστων παραγγελιών που έχουν τοποθετήσει στην Ιαπωνία τα τελευταία χρόνια, εν συγκρίσει με
τις επενδύσεις σε Νότια Κορέα και Κίνα.
Τον τελευταίο 1,5 χρόνο οι Έλληνες πλοιοκτήτες έχουν συμφωνήσει για τη ναυπήγηση περίπου 20 πλοίων σε ιαπωνικές γιάρδες, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων είναι bulk carriers. Το ίδιο χρονικό διάστημα οι εγχώριες επενδύσεις στη Νότια Κορέα είναι πενταπλάσιες και στην Κίνα τριπλάσιες.
Η βασικότερη παράμετρος «πίσω» από αυτές τις εξελίξεις είναι το κόστος κατασκευής. Ενδεικτικά, η Globus, όπως αναφέρθηκε, κατέβαλε συνολικά 37,5 εκατ. δολάρια για ένα ultramax. Νωρίτερα, μέσα στο έτος, ο βραχίονας των πλοίων μεταφοράς χύδην
ξηρού φορτίου του ομίλου του Γιώργου Οικονόμου και η Almi Marine Management παρήγγειλαν ultramaxes στην Κίνα, καταβάλλοντας περίπου 32-33 εκατ. δολάρια για κάθε βαπόρι.
Σε μια περίοδο που τα κόστη ναυπήγησης έχουν «εκτοξευτεί» και οι χρόνοι παράδοσης έχουν παραταθεί αρκετά, είναι εύλογο οι πλοιοκτήτες να κοιτάζουν φθηνότερες επιλογές για την ανανέωση των στόλων τους. Συγκεκριμένα, στα bulk carriers, τα οποία χτίζουν κυρίως οι γιάρδες της Ιαπωνίας, οι τιμές έχουν «σκαρφαλώσει» πάνω από 30% τον τελευταίο χρόνο, ενώ αντίστοιχες αυξήσεις καταγράφονται και για νεότευκτα tankers.