Ποιοι θα πληρώσουν φέτος ειδική εισφορά αλληλεγγύης
Πώς και για ποια εισοδήματα υπολογίζεται
Ειδική εισφορά αλληλεγγύης, υπολογιζόμενη με προοδευτική κλίμακα συντελεστών κυμαινόμενων από 2,2% έως και 10%, επιβάλλεται και φέτος με την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων σε όσους φορολογούμενους απέκτησαν κατά τη διάρκεια του 2019 συνολικό ετήσιο εισόδημα (άθροισμα φορολογουμένων και απαλλασσόμενων εισοδημάτων από διάφορες πηγές) μεγαλύτερο των 12.000 ευρώ.
Η εισφορά επιβαρύνει και κάθε φορολογούμενο που με βάση το άθροισμα των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων εμφανίζεται με συνολικό τεκμαρτό εισόδημα μεγαλύτερο, αφενός του πραγματικού του εισοδήματος και αφετέρου του ορίου των 12.000 ευρώ. Σε περίπτωση που τα τεκμήρια διαβίωσης και τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζουν αθροιζόμενα το συνολικό τεκμαρτό εισόδημα σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος πραγματικού εισοδήματος, ο φορολογούμενος μπορεί να αποφύγει την εισφορά, εφόσον μπορεί να καλύψει την πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που έχει προκύψει λόγω των τεκμηρίων, επικαλούμενος ανάλωση κεφαλαίου σχηματιζόμενου από εισοδήματα και έσοδα προηγούμενων ετών. Αναλυτικότερα, σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που υποβάλλονται φέτος:
1
Ο υπολογισμός της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης γίνεται με βάση μια προοδευτική κλίμακα στην οποία ισχύουν συντελεστές: • 0% για τα πρώτα 12.000 ευρώ του συνολικού ετησίου, πραγματικού ή τεκμαρτού, εισοδήματος, • 2,2% από 12.001 έως 20.000 ευρώ,
• 5% από 20.001 ως 30.000 ευρώ, • 6,5% από 30.001 ως 40.000 ευρώ, • 7,5% από 40.001 ως και 65.000 ευρώ, • 9% από 65.001 ως και 220.000 ευρώ και • 10% από 220.001 ευρώ και πάνω.
2
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στο μεγαλύτερο ποσό μεταξύ:
• του συνολικού ετήσιου πραγματικού εισοδήματος που δηλώνει ο φορολογούμενος από όλες τις πηγές και
• του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο προκύπτει με βάση τα τεκμήρια (τις αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων των άρθρων 30-34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).
Ειδικότερα, ως πραγματικό εισόδημα νοείται το σύνολο των καθαρών εισοδημάτων όλων των κατηγοριών, προ φόρου, που αναγράφονται στη φορολογική δήλωση (στο έντυπο Ε1), δηλαδή το άθροισμα των ποσών των καθαρών εισοδημάτων από μισθωτή εργασία και συντάξεις, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, όπως τα ποσά αυτά είχαν διαμορφωθεί πριν από την κατά περίπτωση παρακράτηση του φόρου και ανεξάρτητα αν αυτά τα εισοδήματα φορολογούνται ή απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος.
Ως τεκμαρτό εισόδημα θεωρείται το ποσό που προκύπτει από τον εναλλακτικό τρόπο υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας, δηλαδή το εισόδημα που
Οι άνεργοι
Οι άνεργοι που θα δηλώσουν για το 2019 ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ θα έχουν τη δυνατότητα να εξαιρεθούν από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εφόσον πληρούν αθροιστικά τις εξής προϋποθέσεις:
• Λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ, το ΓΕΝΕ ή το ΕΤΑΠ-ΜΜΕ ή είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων των οργανισμών αυτών για τουλάχιστον 12 συνεχείς μήνες, ούτως ώστε να χαρακτηρίζονται μακροχρόνια άνεργοι.
• Δεν έχουν «πραγματικά εισοδήματα» κατά τον χρόνο υπολογισμού και επιβολής της εισφοράς.
προσδιορίζεται από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 30 έως 34 του ν. 4172/2013 για τα τεκμήρια διαβίωσης (τις αντικειμενικές δαπάνες) και τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (τις πραγματικές δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων). Ειδικότερα, στα τεκμήρια διαβίωσης που τυχόν βαρύνουν κάθε φορολογούμενο προστίθενται και τυχόν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποίησε το 2019. Έτσι προκύπτει το συνολικό τεκμαρτό εισόδημα για κάθε φορολογούμενο. Σε κάθε περίπτωση φορολογούμενου που είναι συνταξιούχος άνω των 65 ετών, τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης λαμβάνονται υπ’ όψιν μειωμένα κατά 30%.
3
Σε κάθε περίπτωση που τα τεκμήρια διαβίωσης και τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζουν αθροιζόμενα το συνολικό τεκμαρτό εισόδημα σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος πραγματικού εισοδήματος και ο φορολογούμενος δεν μπορεί να καλύψει την πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που έχει προκύψει λόγω των τεκμηρίων, επειδή δεν μπορεί να επικαλεστεί ανάλωση κεφαλαίου σχηματιζόμενου από εισοδήματα και έσοδα προηγούμενων ετών, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπολογίζεται επί του υψηλότερου ποσού του τεκμαρτού εισοδήματος κι όχι επί του χαμηλότερου ποσού του συνολικού δηλωθέντος πραγματικού εισοδήματος. Σε κάθε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή εάν το συνολικό τεκμαρτό εισόδημα είναι μεγαλύτερο του συνολικού πραγματικού εισοδήματος, αλλά ο φορολογούμενος έχει καταφέρει να καλύψει την πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που έχει προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων, επικαλούμενος ανάλωση κεφαλαίου σχηματιζόμενου από εισοδήματα και έσοδα προηγούμενων ετών, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπολογίζεται όχι επί του υψηλότερου ποσού του τεκμαρτού εισοδήματος, αλλά επί του χαμηλότερου ποσού του συνολικού δηλωθέντος πραγματικού εισοδήματος.