Τραπεζικά επιχειρηματικά μοντέλα και ψηφιακός μετασχηματισμός
Γιατί τα πιστωτικά ιδρύματα επιλέγουν σταδιακά να συνεργαστούν με εξωτερικούς προμηθευτές
Ηπαρωχημένη τεχνολογία εμποδίζει σήμερα την εφαρμογή των προγραμμάτων ψηφιακής μεταμόρφωσης, στα οποία προσβλέπουν οι τράπεζες με την ελπίδα να ενισχύσουν τα έσοδά τους και να συσφίξουν ξανά τις σχέσεις τους με τους πελάτες, αναφέρει σε ανάλυσή του ο Chris Truce, επικεφαλής τμήματος Fintech στη Saxo Bank. Αντιδρώντας σε αυτή την κατάσταση, οι τράπεζες επανεξετάζουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους. Σε αυτό το πλαίσιο επαναξιολογούν τις διαδικασίες παραγωγής, τις αλυσίδες αξίας και το προφίλ δεξιοτήτων τους. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να βελτιώσουν την εμπειρία χρήστη, ενώ παράλληλα κατέχουν μικρότερο ποσοστό των πόρων που προσφέρουν αυτή την αξία, υιοθετώντας, κατά μία έννοια, το μοντέλο λειτουργίας της Uber, της AirBnB και άλλων αντίστοιχων εταιρειών.
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, οι τράπεζες επιλέγουν σταδιακά να συνεργαστούν με εξωτερικούς προμηθευτές, ακόμα και για την παροχή προϊόντων, υπηρεσιών και διαδικασιών που κάποτε θεωρούνταν κρίσιμης επιχειρηματικής σημασίας. Προκειμένου αυτό το άνοιγμα προς τα έξω να στεφθεί με επιτυχία, οι τράπεζες χρειάζεται να αποδομήσουν τις λύσεις που προσφέρουν ώστε να εντοπίσουν τους βασικούς παράγοντες που τις διαφοροποιούν, προτού αποφασίσουν ποια μέρη να εγκαταλείψουν, σε ποια μέρη να επικεντρωθούν και πώς μπορούν ίσως, με τη βοήθεια εξωτερικών προμηθευτών, να τις ανασυνθέσουν, ώστε να βελτιώσουν την εμπειρία των πελατών τους με μικρότερο κόστος και πιο απλοποιημένα συστήματα. Μόλις οι τράπεζες καταλήξουν στα προϊόντα, τις υπηρεσίες και τις διαδικασίες που τους προσφέρουν σαφές και βιώσιμο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, μπορούν να μετασχηματίσουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους.
Κατά πάσα πιθανότητα η εξωτερική ανάθεση ολοένα και μεγαλύτερου μέρους της εφοδιαστικής αλυσίδας και η εκτενέστερη ενοποίηση με τρίτους προμηθευτές θα μετατραπεί στον κανόνα για τη λειτουργία των τραπεζικών ιδρυμάτων, όσο αναπτύσσονται νέες, αναδιαμορφωμένες λύσεις χάρη στη χρήση των API (περιβάλλοντα διασύνδεσης). Η αυξανόμενη υιοθέτηση των API κατέστησε δυνατή μια πιο ολοκληρωμένη συνεργασία μεταξύ των εμπλεκομένων, επιτρέποντας την εκτέλεση των εργασιών «εγγενώς». Μέχρι σήμερα, η ενσωμάτωση των υπηρεσιών τρίτων προμηθευτών στις λύσεις που προσέφεραν οι τράπεζες στους πελάτες τους απαιτούσε κάποιον βαθμό μη αυτοματοποιημένης, ανθρώπινης συμμετοχής. Ωστόσο, οι κίνδυνοι διαχείρισης και οι αδυναμίες από την εμπλοκή του ανθρώπινου παράγοντα σταδιακά αναιρούνται καθώς οι εφαρμογές των εξωτερικών συνεργατών χρησιμοποιούν API για να συνδεθούν με τις κεντρικές τραπεζικές πλατφόρμες.
Παρά το γεγονός ότι τα πλεονεκτήματα της συνεργασίας αρχίζουν να γίνονται αντιληπτά σε όλα τα επίπεδα του κλάδου των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, το ζήτημα της επιχειρηματικής συνεργασίας απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Ιδανικά, οι τράπεζες πρέπει να συνεργαστούν με εταιρείες που έχουν ήδη επαναπροσδιορίσει τον ρόλο τους στην εφοδιαστική αλυσίδα και έχουν αναδιαμορφώσει την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και τα μοντέλα δραστηριοποίησής τους ανάλογα. Αξιοποιώντας τους πόρους εξωτερικών συνεργατών αντί της δημιουργίας ενός νέου τμήματος, οι τράπεζες μπορούν να κατευθύνουν περισσότερα κεφάλαια σε τομείς όπου διαθέτουν ήδη σημαντική τεχνογνωσία. Ωστόσο, η ανασύνθεση της πρότασης αξίας μιας τράπεζας, με στόχο τη μείωση του κόστους και την αύξηση της αποδοτικότητάς της, δεν αποτελεί εύκολο, ούτε απομονωμένο έργο.
Διαφορετικές επιδιώξεις σε διαφορετικούς τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών μπορεί να απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις σε θέματα συνεργασίας, όπως τη σύμπραξη με εταιρείες που διαθέτουν ένα συμπληρωματικό εύρος δεξιοτήτων που θα διασφαλίσει το βέλτιστο τελικό αποτέλεσμα. Η συνεργασία δεν είναι σε καμία περίπτωση η εύκολη λύση απέναντι στην πρόκληση δημιουργίας μακροπρόθεσμων εσόδων σε ένα ολοένα και πιο απαιτητικό οικονομικό περιβάλλον, αλλά σίγουρα αποτελεί μια βιώσιμη και οικονομικά αποδοτική απάντηση.
Αν και μπορεί ενδεχομένως να ακούγεται δελεαστική, η εναλλακτική επιλογή, δηλαδή η διαρκής περαιτέρω ανάπτυξη πάνω στις υπάρχουσες δομές, δεν είναι βιώσιμη. Ένας ευφυέστατος συνάδελφος το περιέγραψε εξαιρετικά χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα το Winchester Mystery House στο Σαν Χοσέ της Καλιφόρνια: την πάλαι ποτέ κατοικία της Sarah Winchester, χήρας του γνωστού ομώνυμου κατασκευαστή όπλων, η οποία επί 40 και πλέον χρόνια, μεταξύ 1881 και 1922, προσέθετε σωρηδόν και άναρχα δωμάτια και ορόφους. Αν και εντυπωσιακό, το οίκημα αντικατοπτρίζει τους κινδύνους μιας αποσπασματικής προσέγγισης στην επιδίωξη ενός οράματος, αντί μιας συνεργασίας στο πλαίσιο μιας συνολικής στρατηγικής. Εάν η κα Winchester διέθετε πεπερασμένο budget αντί της κληρονομιάς των 20 εκατ. δολαρίων, πιθανώς να είχε υιοθετήσει μια κάπως διαφορετική προσέγγιση. [SID:11465217]