Μαθαίνοντας από το χάος της πρώτης εφημερίας
Νέες γιατροί που μετέχουν στο πιλοτικό πρόγραμμα κλινικής άσκησης στο ΕΣΥ μοιράζονται την εμπειρία τους
Η Βασιλική την Τρίτη 2 Μαΐου έκανε την πρώτη εφημερία της ως γιατρός σε νοσοκομείο. Την επόμενη ημέρα μιλώντας στην «Κ» σημείωσε: «Δεν το έχω συνειδητοποιήσει ακόμα. Ηταν λίγο χαοτικά, αλλά ένιωσα πάρα πολύ χρήσιμη. Ηρθα σε επαφή με ασθενείς, έπαιρνα αίματα. Είμαι “γεμάτη” αυτή τη στιγμή, παρόλο που είμαι πολύ κουρασμένη». Και συνέχισε: «Είχε μία συνεχόμενη ροή περιστατικών. Δεν σταματούσε να έρχεται κόσμος. Ηπια πολλούς καφέδες για να αντέξω όλη τη νύχτα. Κάποια στιγμή βγήκε ο ήλιος και τότε ήταν που συνειδητοποίησα ότι είχε έρθει καινούργια ημέρα και εγώ ήμουν συνέχεια στο πόδι».
Η Βασιλική Ζαφειροπούλου είναι απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής Πάτρας και από την Τετάρτη 26 Απριλίου εργάζεται στη Δ΄ Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου Ευαγγελισμός, στο πλαίσιο του πιλοτικού προγράμματος προκαταρκτικής εξάμηνης κλινικής άσκησης για νέους γιατρούς που έχει ήδη ξεκινήσει να εφαρμόζεται από τα τέλη Απριλίου σε συγκεκριμένα νοσοκομεία της χώρας. Τις πρώτες ημέρες με την ιδιότητα του γιατρού στο νοσοκομείο, αυτό που της έχει κάνει εντύπωση είναι η γραφειοκρατία. «Δεν το περίμενα. Για να κάνεις την οποιαδήποτε εξέταση πρέπει να κάνεις μία σειρά από διαδικασίες. Να την παραγγείλεις, να εκτυπώσεις κ.ά. Οπως επίσης μου έκανε εντύπωση αυτό το αίσθημα ότι βοηθάς. Δεν το είχα νιώσει ως φοιτήτρια Ιατρικής. Αισθάνομαι ότι όντως κάνω κάτι και αυτό με γεμίζει».
Η Μάρα Κουρκουνάκη, η οποία πριν από λίγο καιρό επέστρεψε από το Βουκουρέστι όπου σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου «Carol Davila», υπηρετεί εδώ και 15 ημέρες σε Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς» στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος. Αυτό που την εξέπληξε είναι ο φόρτος εργασίας. Οπως λέει στην «Κ», «στο “Γεννηματάς” σίγουρα θα αποκομίσεις μεγάλη εμπειρία, αλλά βλέπεις και ότι είναι πολύ δύσκολα. Υπάρχει πάρα πολλή δουλειά και σκέφτεσαι ότι “ευτυχώς που ήρθα, γιατί χρειάζονται γιατρούς στην κλινική και έτσι βοηθάω κι εγώ”».
Ο βασικός λόγος που ώθησε τη Βασιλική Ζαφειροπούλου, τη Μάρα Κουρκουνάκη, όπως και τις Κλεοπάτρα Μπακάλη και Μαριάννα Μάρρα (έχουν τοποθετηθεί στο ΚΑΤ και στο Κοργιαλένειο - Μπενάκειο αντίστοιχα), να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα ήταν να είναι πιο καλά προετοιμασμένες και πιο έμπειρες στην άσκηση της ιατρικής για το διάστημα που θα χρειαστεί να κάνουν το αγροτικό τους. «Είμαστε η γενιά της COVID», όπως λένε, σημειώνοντας ότι λόγω της πανδημίας έχασαν χρόνο από την κλινική πράξη ως φοιτήτριες Ιατρικής. Ολες δηλώνουν στην «Κ» ότι στις προθέσεις τους είναι να εργαστούν-εκπαιδευτούν στο εξωτερικό έστω για λίγα χρόνια. Μόνο μία δηλώνει με σιγουριά ότι μόλις τελειώσει την ειδικότητά της θέλει να δουλέψει στο ΕΣΥ.
Ο λόγος για τον οποίο στρέφονται στο εξωτερικό είναι ότι εδώ θα χρειαστεί να περιμένουν πολύ για την ένταξή τους στην ειδικότητα. «Κατά μέσο όρο η αναμονή είναι 4-5 χρόνια, εκτός
από τις μετρημένες στα δάχτυλα ενός χεριού ειδικότητες, όπως ακτινολογία, αναισθησιολογία, γενική ιατρική. Εάν δεν θέλεις να κάνεις κάποια από αυτές τις ειδικότητες, το εξωτερικό δεν είναι επιλογή, είναι μονόδρομος», τονίζει η Μαριάννα. Η Κλεοπάτρα αναφέρει χαρακτηριστικά, «μία φίλη από τη σχολή μαθαίνει ιταλικά για να φύγει στο εξωτερικό. Εγώ μαθαίνω γαλλικά. Αλλος φίλος γιατρός μαθαίνει γερμανικά».
Η πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος θεσμοθετήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο με τον νόμο του υπουργείου Υγείας για τη Δευτεροβάθμια Περίθαλψη και την ιατρική εκπαίδευση (νόμος 4999/2022). Πρόκειται για ένα πρόγραμμα προκαταρκτικής κλινικής άσκησης γιατρών που αποφοίτησαν από Ιατρική Σχολή από τον Ιανουάριο του 2022 και μετά, και οι οποίοι δεν έχουν ξεκινήσει την ειδικότητά τους, ούτε έχουν εκπληρώσει υπηρεσία υπαίθρου (αγροτικό). Στην πιλοτική του φάση το πρόγραμμα είναι διάρκειας έξι μηνών.
«Στο Ηνωμένο Βασίλειο το αντίστοιχο πρόγραμμα (foundation) έχει διάρκεια δύο ετών», σημειώνει στην «Κ» η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα και συνεχίζει: «Αφορά σε πρακτική άσκηση για έναν γιατρό που όμως δεν είναι φοιτητής καθώς έχει πάρει πτυχίο. Αρα μπορεί να συνταγογραφήσει, να σχεδιάσει πράξεις, να ασκήσει την Ιατρική με τον ασθενή, αλλά είναι καλό αυτά να τα κάνει σε ένα προστατευμένο περιβάλλον και με κάποιους ανθρώπους που έχουν τη σχετική εμπειρία και θα του δείξουν».
Οπως εξηγεί η κ. Γκάγκα, το πιλοτικό πρόγραμμα περιλαμβάνει τέσσερις μήνες άσκησης σε παθολογικές κλινικές υπό την εποπτεία κάποιου γιατρού, αλλά με τις αρμοδιότητες ενός ειδικευόμενου γιατρού. «Λήψη ιστορικού, εξέταση συννοσηροτήτων, συζήτηση με άλλους γιατρούς, και συμμετοχή σε συμβούλια για ογκολογικούς ασθενείς ή άλλα δύσκολα περιστατικά», αναφέρει. Επίσης, προβλέπεται κλινική άσκηση για δύο μήνες σε χειρουργικό τομέα, ένας εκ των οποίων στο αναισθησιολογικό τμήμα. «Κάτι που σχεδιάζουμε να κάνουμε είναι να συνδεθεί το πρόγραμμα και με διαδραστική εκπαίδευση για βασικές παθήσεις και συμβάντα, όπως σακχαρώδη διαβήτη, έμφραγμα του μυοκαρδίου, κρίση άσθματος, και με τη χρήση του σχετικού τεχνολογικού εξοπλισμού, όπως π.χ. οι διαδραστικοί πίνακες».
Σε αυτή τη φάση στο πρόγραμμα συμμετέχουν 24 νοσοκομεία ανά τη χώρα, ενώ έχουν εγκριθεί 122 θέσεις γιατρών. Εξ αυτών οι 30 θέσεις αφορούν πέντε νοσοκομεία της Αθήνας (Ευαγγελισμός, «Γ. Γεννηματάς», Κοργιαλένειο - Μπενάκειο, Ιπποκράτειο και ΚΑΤ), όπου η υλοποίησή του έχει ήδη ξεκινήσει, αφού προηγήθηκε πρόσκληση ενδιαφέροντος για τους γιατρούς και κλήρωση για την επιλογή αυτών που συμμετέχουν.
Η Κλεοπάτρα Μπακάλη, 25 ετών, η οποία αποφοίτησε τον περασμένο Ιούλιο από την Ιατρική Σχολή Αθηνών, είναι μεταξύ αυτών που κληρώθηκαν και θα εργαστεί τους επόμενους έξι μήνες στο ΚΑΤ. «Ηθελα να μπω στο πρόγραμμα γιατί εκτιμώ ότι βγαίνοντας από την Ιατρική δεν έχουμε την κατάλληλη εμπειρία για να αντιμετωπίσουμε ασθενείς, ειδικά εάν το αγροτικό μας είναι σε ένα απομακρυσμένο μέρος. Στην Ελλάδα όπου και αν πας έχει τουρισμό. Αυτό σημαίνει μεγάλο όγκο περιστατικών στις μονάδες υγείας και σε κάποιες περιπτώσεις δύσκολων περιστατικών. Πιστεύω ότι η εμπειρία που θα αποκτήσω στο ΚΑΤ, θα με βοηθήσει πολύ εάν βρεθώ σε κάποιο ιατρείο μόνη μου, να μπορώ να σταθώ στα πόδια μου», τονίζει στην «Κ» και προσθέτει, «έχω φίλες που έχουν ξεκινήσει το αγροτικό και μερικές φορές είναι “πελαγωμένες”. Αναγκάζονται να στέλνουν τα περιστατικά στο κοντινότερο νοσοκομείο».
«Η γενιά της COVID»
Στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, τα έξι χρόνια φοίτησης μοιράζονται σε τρία χρόνια θεωρητικών σπουδών και τρία χρόνια πρακτική διδασκαλία σε κλινικές. «Ομως ήρθε η COVID-19, οπότε ήμασταν ακόμα πιο λίγο καιρό στις κλινικές», σημειώνει. Σε αυτό συμφωνεί και η Μαριάννα Μάρρα, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και η οποία διορίστηκε στο πλαίσιο του προγράμματος στο νοσοκομείο Κοργιαλένειο - Μπενάκειο. «Είμαστε η γενιά της COVID. Χάσαμε πολύ από την κλινική εμπειρία. Το πρόγραμμα είναι καλό από την άποψη πως θα πάμε στοιχειωδώς προετοιμασμένες για να κάνουμε το αγροτικό. Δεν πάμε κατευθείαν στα βαθιά», επισημαίνει.
«Ειδικά τα τελευταία έτη της σχολής ήταν τόσος πολύς ο όγκος των γνώσεων που έπρεπε να αφομοιώσουμε διαβάζοντας, με αποτέλεσμα να μην έχουμε τον χρόνο να ασχοληθούμε περισσότερο με την πρακτική», επισημαίνει η Βασιλική και προσθέτει, «εγώ θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά στο τελευταίο έτος να βιάζομαι να φύγω από το νοσοκομείο για να γυρίσω σπίτι για να διαβάσω». Οπως αναφέρει, «πολλές φορές στις δομές που κάνουμε το αγροτικό μας δεν υπάρχει το κατάλληλο προσωπικό ή ο κατάλληλος εξοπλισμός. Αυτό επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τον πρώην φοιτητή, νυν αγροτικό γιατρό, ο οποίος ακόμα δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρία».
«Πιστεύω ότι η εμπειρία που θα αποκτήσω στο ΚΑΤ θα με βοηθήσει πολύ εάν βρεθώ σε κάποιο ιατρείο μόνη μου, να μπορώ να σταθώ στα πόδια μου».