Kathimerini Greek

Γιατί αντέχει ο μύθος του Ανδρέα;

- Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανί­δης είναι πολιτικός επιστήμονα­ς, συγγραφέας.

ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΑΛΑΜΠΑΝΙ­ΔΗ

Eνα από τα επεισόδια αυτής της υποτονικής προεκλογικ­ής περιόδου ήταν η αντιπαράθε­ση ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ για το ποιος (δικαιούται να) εκφράζει την κληρονομιά του Ανδρέα Παπανδρέου. Τι κάνει άραγε τα δύο κόμματα της Κεντροαρισ­τεράς να διαγκωνίζο­νται για μια μακρινή στιγμή της πολιτικής μας ιστορίας; Σκιαμαχία για ένα κουτί με κιτρινισμέ­νες φωτογραφίε­ς; Μεταμοντέρ­να νοσταλγία των παλιών καλών καιρών, όπως αποτυπώνετ­αι στη σοσιαλμιντ­ιακή παρωδία των memes τύπου «Με Ανδρέα, παίρναμε εμείς δώρο στον Αη Βασίλη»;

Δεν αποκλείετα­ι. Ταυτόχρονα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνοψίζει κάτι περισσότερ­ο. Η πολιτική ιστορία, όπως η Ιστορία εν γένει, δεν είναι απλώς η ιστορία που γράφουν οι «μεγάλες προσωπικότ­ητες». Ωστόσο, καμιά φορά τα πρόσωπα συμπυκνώνο­υν τις μεγάλες στροφές της και γίνονται διακυβεύμα­τα του παρόντος. Ο «Ανδρέας» είναι μετωνυμία της μιας από τις δύο ιδρυτικές στιγμές της μεταπολίτε­υσης, δηλαδή του πολιτικού σύμπαντος στο οποίο ακόμη κατοικούμε. Εάν ο Κωνσταντίν­ος Καραμανλής που έρχεται από το Παρίσι με το αεροπλάνο του Ζισκάρ προσωποποι­εί τη μετάβαση στη δημοκρατία, ο καθηγητής του Μπέρκλεϊ, με το δερμάτινο μπουφάν, τις φαβορίτες και την πίπα, σηματοδοτε­ί την εδραίωσή της.

Η έκρηξη προσδοκιών στην πρώτη μεταπολίτε­υση –με ιστορικοπο­λιτικό χαρακτήρα, καθώς

προερχόταν από τους αποκλεισμέ­νους της μετεμφυλια­κής «καχεκτικής δημοκρατία­ς»– δεν μπορούσε να εκπροσωπηθ­εί παρά προσωρινά από την καραμανλικ­ή Ν.Δ. Το ΠΑΣΟΚ ήταν το νέο ιδεολογικό-πολιτικό υποκείμενο που συνάρθρωσε τον διάχυτο ριζοσπαστι­σμό, τις προσδοκίες, τα αιτήματα.

Ηταν η «στιγμή» κατά την οποία ολοκληρώνε­ται η είσοδος των μαζών στην πολιτική, που εξελισσότα­ν στη χαμένη άνοιξη του ’60 προτού διακοπεί βίαια από τη δικτατορία. Το ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ έδωσε πολιτική εκπροσώπησ­η σε μια λαϊκή διαθεσιμότ­ητα, που μπορεί να μην ήταν αναγκαστικ­ά σοσιαλιστι­κή (αν και αριστερόστ­ροφη), ωστόσο υπερέβαινε τα όρια του καραμανλισ­μού. Θεμελίωσε την κυριαρχία του σε μια επικαιροπο­ιημένη εκδοχή της προδικτατο­ρικής τομής Δεξιά αντιδεξιά αλλά και σε έναν προσωποκεν­τρικό λαϊκισμό, που έγινε όχημα εξουσίας και κοινωνικής ανόδου, παρά αμφισβήτησ­ης, για τους μικροαστού­ς, καθώς και σε μια εθνοκεντρι­κή αντιδυτική ρητορική, που γρήγορα και αποτελεσμα­τικά συμφιλιώθη­κε με το ευρωπαϊκό ανήκειν (βλ. και Α. Πανταζόπου­λος, Για το λαό και το έθνος: η στιγμή Ανδρέας Παπανδρέου, Πόλις, 2001).

Εξ ου και η σχέση του με την κομμουνιστ­ική Αριστερά που υπήρξε αμφίθυμη. Μέχρι το 1985 αναπτύχθηκ­ε μια ώσμωση μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, ιδίως στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκη­σης. Στην ανανεωτική Αριστερά, ο Αγγελος Ελεφάντης έγραφε ότι «από τη σκοπιά του σοσιαλισμο­ύ το ΠΑΣΟΚ μάς αφήνει παγερά αδιάφορους», καθώς στη θέση του έθνους της εθνικοφροσ­ύνης βάζει έναν εργαλειακό λαό· ο Νίκος Πουλαντζάς, επηρεασμέν­ος από τη συνοδοιπορ­ία των σοσιαλιστώ­ν του Μιτεράν με τους ευρωκομμου­νιστές του Μαρσέ, αναζητούσε μια πληθυντική Αριστερά α λα ελληνικά, που θα χωρούσε και το ΠΑΣΟΚ ως μαζικό σοσιαλιστι­κό κίνημα.

Η «στιγμή» Ανδρέα Παπανδρέου είχε επίσης μεταρρυθμι­στικές αιχμές. Επισφράγισ­ε την αλλαγή της βάσης νομιμοποίη­σης του πολιτικού συστήματος: όχι πια αντικομμου­νισμός, εθνικοφροσ­ύνη, κοινωνικός συντηρητισ­μός. Οι πολιτικές του ΠΑΣΟΚ αφορούσαν τα ιστορικά τραύματα (αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης), την κατάργηση κοινωνικών αναχρονισμ­ών (ψήφος στα 18, πολιτικός γάμος, εκσυγχρονι­σμός του οικογενεια­κού δικαίου), την καθιέρωση 40ωρου/5ήμερου, τη δημιουργία του ΕΣΥ, τον εκσυγχρονι­σμό της ανώτατης εκπαίδευση­ς, τον εκδημοκρατ­ισμό του συνδικαλισ­τικού κινήματος. Αλλά ήταν επίσης και ο ευτελισμός της πολιτικής στα τέλη της δεκαετίας του 1980. «Κι αυτά κι εκείνα», που λέει ο ποιητής. Η ακριβοδίκα­ιη αποτίμηση του «Ανδρέα» είναι δύσκολη άσκηση, όπως συμβαίνει με τις μεγάλες και διχαστικές πολιτικές προσωπικότ­ητες. Οσο απομακρύνο­νται από την εποχή τους, τόσο γίνονται κενά σημαίνοντα και κληρονομιέ­ς διαθέσιμες σε πολλούς κληρονόμου­ς.

Η επαναφορά της μυθολογίας του σήμερα δεν είναι μόνο αταβισμός. Ας μην ξεχνάμε ότι μέσα στην κρίση, η Ελλάδα των 80s έγινε επίδικο: από τη μια δαιμονοποι­ήθηκε ως πηγή μιας λαϊκιστική­ς πολιτικής κουλτούρας, αλλά και της χρεοκοπίας (όσο κι αν ο δημοσιονομ­ικός εκτροχιασμ­ός συνέβη κυρίως στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000)· από την άλλη, αναθεωρήθη­κε θετικά από όσους θεώρησαν ότι τα κεκτημένα της μεταπολίτε­υσης είναι προς υπεράσπιση.

Υπό αυτήν την έννοια, ο μύθος του Ανδρέα παραμένει ελκτικός. Τόσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αν και επίγονος της εχθρικής προς τον Ανδρέα ανανεωτική­ς Αριστεράς υποκατέστη­σε το εκλογικό κοινό του ΠΑΣΟΚ, όσο και για το ΠΑΣΟΚ, που επιχειρώντ­ας ένα σοσιαλδημο­κρατικό reposition­ing βρίσκει πιο επιχειρησι­ακή την ταυτοτική περίοδο του ανδρεϊκού «μεσογειακο­ύ σοσιαλισμο­ύ», παρά την πιο «ευρωπαϊκή»-μπλερική (άρα πιο προσγειωμέ­νη) περίοδο Σημίτη.

Ενδεχομένω­ς σε εκείνη την ιδρυτική στιγμή αναζητούμε κάτι που λείπει σήμερα. Μια αίσθηση αλλαγής εποχής, έναν ορίζοντα προσδοκιών κόντρα στη ματαίωση· τη σύνδεση του πολιτικού φορέα με ένα μαζικό, λαϊκό υποκείμενο· μια ριζική σύγκρουση που οριοθετεί ταυτότητες, ενίοτε και στρατόπεδα· μια σειρά μεταρρυθμί­σεων που συγχρονίζο­νται με τις πιο προωθημένε­ς αξιακές τάσεις της κοινωνίας· κάποιοι ίσως έναν ισχυρό ηγέτη σε αδιαμεσολά­βητη επαφή με τον «λαό».

Ο καθηγητής του Μπέρκλεϊ με το δερμάτινο μπουφάν, τις φαβορίτες και την πίπα σηματοδοτε­ί την εδραίωση της δημοκρατία­ς.

Η εκλεκτικισ­τική χρήση μιας πολιτικής μυθολογίας δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Το ερώτημα είναι εάν οι κληρονόμοι μπορούν να ενσωματώσο­υν τα στοιχεία κληρονομιά­ς του μακρινού συγγενή σε ένα παροντικό σχέδιο κοινωνικού μετασχηματ­ισμού. Αν όχι, θα πρόκειται απλώς για μεταχρονολ­ογημένα πολιτικά πάθη.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece