Δουβλίνο ή Μύκονος;
Η είδηση πέρασε στα ψιλά, μέσα στην προεκλογική φούρια. Η Ιρλανδία –άλλοτε χώρα ομοιοπαθής, σε μνημονιακά δεσμά– σκοπεύει να ιδρύσει κρατικό επενδυτικό ταμείο. Σκοπεύει να διοχετεύσει τα πλεονάσματά της σε ένα επενδυτικό όχημα που θα τη βοηθήσει να αντιμετωπίσει στο μέλλον τις ανάγκες του συνταξιοδοτικού της συστήματος και του «πράσινου» εκσυγχρονισμού των υποδομών της.
Είναι δύσκολο να μη νιώσει κανείς την αντίθεση με τα πολιτικά ήθη που αποκαλύπτονται πάλι στον εγχώριο εκλογικό ανταγωνισμό. Εδώ τα όποια πλεονάσματα (που δεν είναι πραγματικά πλεονάσματα, αλλά «δημοσιονομικός χώρος» που δίνουμε μόνοι στον εαυτό μας, επειδή δεν ήμασταν όσο ελλειμματικοί περιμέναμε) αντιμετωπίζονται ως διανεμητέα κουπόνια για την εξαγορά πολιτικής επιρροής. Η κυβέρνηση που τα μοιράζει έχει να αντιμετωπίσει μια αντιπολίτευση που, αντί να ασκεί κριτική στη δαπανηρή παρόρμηση, πλειοδοτεί.
Και τι πειράζει; Δεν αναπτύσσεται η οικονομία; Δεν δικαιούνται όλοι ένα μερισματάκι, όταν τα πράγματα πάνε καλά;
Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι μόνο πόσο, αλλά και πώς πάνε καλά τα πράγματα. Πώς προκύπτει η όποια ανάπτυξη; Μια ζωντανή απάντηση στο «πώς;» είναι το μοντέλο της Μυκόνου. Ενα πάρτι βασισμένο στον υπερτουρισμό και στο real estate, αποδίδει στην ελληνική οικονομία πολύ λιγότερα απ' όσα κερδίζει από την καταστροφική υπερεκμετάλλευση του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Τα άδηλα κέρδη δημιουργούν μια
συντριπτική ασυμμετρία: Το κράτος εξουδετερώνεται αδυνατώντας όχι μόνο να εισπράξει τα νόμιμα, αλλά και να προστατεύσει στοιχειωδώς τους δημόσιους πόρους.
Η «επιχείρηση λουκέτα και μπουλντόζες» που εκτυλίσσεται το τελευταίο διάστημα, με αφορμή τον ξυλοδαρμό του αρχαιολόγου, μαρτυρεί στην πραγματικότητα την αδυναμία και όχι την ισχύ του κράτους. Χρειάζεται η επείγουσα (προεκλογική) κινητοποίηση από την κορυφή της κυβέρνησης –χρειάζεται να «πέφτουν» τηλέφωνα από το Μαξίμου– προκειμένου να λειτουργήσουν ad hoc οι μηχανισμοί επιβολής του νόμου. Πράγμα που σημαίνει ότι όλο τον υπόλοιπο χρόνο, για όλες τις υπόλοιπες Μυκόνους που αναδύονται από τον
αφρό αυτής της «ανάπτυξης», το κράτος παραμένει αδρανές, αφού έχει ανάγκη την πολιτική αφύπνιση για να λειτουργήσει.
Υπάρχει η δυνατότητα μιας άλλης ανάπτυξης; Είναι το πολιτικό σύστημα –όπως εμφανίζεται σε στατικά πάνελ ή στο προεκλογικό πεζοδρόμιο– ικανό να σχεδιάσει «ιρλανδικά» το μέλλον της χώρας, επενδύοντας σε μεταρρυθμίσεις που δεν παράγουν πολιτική ανταπόδοση, αλλά ανοίγουν διεξόδους από τον αυτοκαταστροφικό μονόδρομο της Μυκόνου;
Η προσπάθεια για καλύτερα πανεπιστήμια και καλύτερα δικαστήρια· η προσπάθεια για στεγανοποίηση των αστυνομικών αρχών και των πολεοδομιών έναντι του οργανωμένου εγκλήματος δεν είναι φαντεζί μεταρρυθμίσεις, που μπορούν να εξαργυρωθούν άμεσα στην κάλπη. Είναι όμως προϋποθέσεις για να αποφύγει η χώρα τη μοίρα του παραθαλάσσιου οικοπέδου, που θα απομείνει μπαζωμένο και έρημο μετά τη μεγάλη αρπαχτή.