Χαμηλή ανεργία, χαμηλοί μισθοί
Ολοι κάνουν λόγο για ένα «θαύμα» και η σχετική ιστορία έχει ειπωθεί εκατοντάδες φορές. Η πολύ χαμηλή ανεργία της Γερμανίας είναι το αποτέλεσμα σειρά ευρύτατων μεταρρυθμίσεων και περικοπών στους μισθούς, οι οποίες έγιναν επί σειράν ετών. Επιπλέον, η χαμηλή ανεργία συνιστά απόδειξη του γεγονότος ότι η χώρα είναι πρωταθλήτρια στη διεθνή αρένα εμπορίου. Ωστόσο, ο Μάρτιν Σουλτς, ο Σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος στις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου και αντιμέτωπος της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ, δεν πιστεύει τους διθυράμβους. Και αυτό γιατί, κατά την άποψή του, ακόμα και με τη χαμηλότερη ανεργία των τελευταίων 27 χρόνων, από την επανένωση των δύο Γερμανιών και μετά δηλαδή, υπάρχει κάτι που αποκρύπτεται: Η κατάσταση στην αγορά εργασίας στη χώρα δεν αποκαλύπτει την ύπαρξη μιας ολοένα και διογκούμενης τάξης χαμηλά αμειβόμενων εργαζομένων. Η εισοδηματική ανισότητα επιδεινώνεται και οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι εργάζονται σε επισφαλείς συνθήκες. Και ακριβώς όπως ανάλογα ζητήματα συνέβαλαν στο να αναδειχθεί στην εξουσία ο Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι και ο Μάρτιν Σουλτς επιδιώκει να θέσει στην πρώτη γραμμή της προεκλογικής του εκστρατείας την απασχόληση. «Πολλά πράγματα πηγαίνουν καλά και, συνολικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είμαστε υπερήφανοι για όσα επιτύχαμε», υπογραμμίζει ο κ. Σουλτς. «Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι το μοντέλο επιτυχίας μας δεν είναι αρραγές. Η διασύνδεση μεταξύ οικονομικής αποδοτικότητας και κοινωνικής αλληλεγγύης δεν υφίσταται πλέον». Εξ ου και ο Σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος και το κόμμα του προτείνουν να ανασταλούν ορισμένες μεταρρυθμίσεις οι οποίες είχαν μπει στην «Ατζέντα 2010», που είχε τεθεί σε ισχύ στα μέσα της δεκαετίας του 2000 – ήταν το δικό του κόμμα και ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Γερμανίας Γκέρχαρντ Σρέντερ που προώθησαν τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις. Τότε, ο δείκτης της ανεργίας είχε εκτιναχθεί σε πρωτοφανή επίπεδα ρεκόρ για τη μεταπολεμική περίοδο. Πρέπει να σημειωθεί ότι το αντίπαλο κόμμα της Αγκελα Μέρκελ θίγει και αυτό την ανισότητα και διακηρύττει ότι ενδιαφέρεται για την αντιμετώπισή της, υιοθετεί όμως μια παραδοσιακή προσέγγιση: τη μείωση φόρων. Κατά τον νυν υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, οι Σοσιαλδημοκράτες θέλουν να αντιμετωπίσουν την ανισότητα, αλλά δεν πατούν γερά τα πόδια τους στο έδαφος. Σε έρευνα του γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) φαίνεται ότι οι μεταβολές στην αγορά εργασίας τα τελευταία είκοσι χρόνια αποτελούν κομβικό παράγοντα για τη μείωση των εισοδημάτων του 10% του πληθυσμού με τα χαμηλότερα έσοδα, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός όσων είναι χαμηλά αμειβόμενοι, απασχολούνται σε συνθήκες ευέλικτης εργασίας. Επιπλέον, το Ινστιτούτο επισημαίνει ότι η μειούμενη ζήτηση για προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης συμβάλλει στην ελάττωση των εισοδημάτων. Εκθεση του υπουργείου Εργασίας αναφέρει ότι τα σημερινά δεδομένα πιθανώς να μην προβάλλουν επαρκώς όψεις της ανισότητας και το στοιχείο τού ότι «έχει σημασία αν η εργασία αμείβεται επαρκώς και αν η κατανομή του εισοδήματος, οι ευκαιρίες για βελτίωση της εργασιακής θέσης, η κοινωνική προστασία των εργαζομένων και η δυνατότητα να συμπεριληφθούν όλοι στην αγορά εργασία θεωρούνται δίκαιες». Μία από τις προτάσεις Σουλτς είναι να ακυρωθούν περικοπές σε προνοιακά προγράμματα, σύμφωνα με τις οποίες μειώθηκε η περίοδος λήψης επιδόματος ανεργίας και ελαττώθηκε το επίδομα για τους μακροχρόνια ανέργους. Συχνά επικαλείται το παράδειγμα ενός άνδρα ή μιας γυναίκας 50 ετών, που σπατάλησε τη ζωή του/της στην εταιρεία και τρέμει την ώρα που θα απολυθεί και θα μπορεί να επιβιώσει μόνο για 15 μήνες με το επίδομα. Τέλος, μία άλλη πρότασή του για τους γονείς είναι να διευκολυνθεί η ημιαπασχόληση και η επιστροφή τους στην πλήρη απασχόληση – κάτι τέτοιο αποσκοπεί στην αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό.
Η κατάσταση στην αγορά εργασίας στη Γερμανία δεν αποκαλύπτει την ύπαρξη μιας ολοένα και διογκούμενης τάξης χαμηλά αμειβόμενων εργαζομένων.