Η Ελλάδα υποχωρεί στο μπάσκετ
Η παρατεταμένη αγωνιστική «ξηρασία» και τα άσχημα νέα από τις μικρές εθνικές
H αρχική απογοήτευση για την απουσία της εθνικής ομάδας μπάσκετ από το ολυμπιακό τουρνουά του Ρίο, αντικαταστάθηκε από τον ρεαλιστικό προβληματισμό που προκάλεσε η σύγκριση του αγωνιστικού επιπέδου των 8 πρώτων ομάδων και η απόσταση που έχει διαμορφωθεί με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημά μας.
Η συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες αποτελεί την ύψιστη τιμή και επειδή η τελευταία παρουσία της εθνικής χρονολογείται πριν από 8 χρόνια στο Πεκίνο, θα ήταν
«Πρέπει να περιμένουμε να δούμε ανταπόκριση διεθνών σε ηγετικούς ρόλους», λέει ο προπονητής του Κολοσσού, Αρης Λυκογιάννης.
αναμφισβήτητα προτιμότερο να συμμετείχε στο Ρίο ντε Τζανέιρο, έστω και χωρίς καμία διάκριση στο τουρνουά. Η ελληνική ομάδα έχει αποδείξει στις τρεις μόλις συμμετοχές της σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ότι το υψηλότερο εμπόδιο είναι η εξασφάλιση της πρόκρισης, γιατί όταν έπαιξε στην Ατλάντα (’96) κατετάγη στην 6η θέση, στην Αθήνα (2004) κατέλαβε την 5η θέση και στο Πεκίνο (2008) παρέμεινε στην ίδια θέση.
Απούσης της εθνικής Ελλάδας από τους Ολυμπιακούς του Ρίο και των αγώνων που θα έδινε στην πρώτη φάση των ομίλων (αν είχε τη θέση της Κροατίας που προκρίθηκε από το προολυμπιακό του Τορίνο, θα είχε παίξει με Ισπανία, Αργεντινή, Βραζιλία, Λιθουανία και Νιγηρία), μόνο με τη βοήθεια του... προσομοιωτή θα μπορούσε να απαντηθεί το ερώτημα για το αν το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα θα είχε υψηλότερη διάκριση από την απλή συμμετοχή. Το ζητούμενο, όμως, είναι το μπάσκετ που θα απέδιδε η ελληνική ομάδα, η αποτελεσματικότητά του, οι αντοχές που θα είχε και κυρίως η εμπειρία που θα παρουσίαζε το σύνολο των διεθνών παικτών στην κορυφαία διοργάνωση.
Mπορεί να αποτελεί απλή, χρονική συγκυρία, αλλά ο υποβιβασμός της εθνικής παίδων από το φετινό Ευρωμπάσκετ Α΄ κατηγορίας και ο υποβιβασμός της εθνικής νέων/ανδρών από το περυσινό Ευρωμπάσκετ (επανήλθε στην πρώτη κατηγορία από τη διοργάνωση της Χαλκίδας) σε συνδυασμό με την παρατεταμένη... «ξηρασία» της εθνικής ανδρών, προκαλούν την απομάκρυνση του ελληνικού μπάσκετ από το πρωταγωνιστικό επίπεδο.
Για τον προπονητή του Κολοσσού, Αρη Λυκογιάννη, οι εικασίες «περισσεύουν» για το αν η εθνική ομάδα θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του ολυμπιακού τουρνουά.
«Οι 12 ομάδες που είχαν αποδείξει ότι άξιζαν να συμμετέχουν ήταν στο Ρίο. Η Κροατία που προκρίθηκε από το προολυμπιακό τουρνουά, αποκλείοντας την Ελλάδα και την Ιταλία, είχε καλή παρουσία, μέχρι τα προημιτελικά, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει αν η ελληνική ομάδα θα είχε την ίδια πορεία, καλύτερη ή χειρότερη, αν ήταν στη θέση των Κροατών. Το επίπεδο του μπάσκετ στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν ήταν απαγορευτικό για την Ελλάδα. Οι διαφορές δυναμικότητας δεν ήταν μεγάλες ακόμα και μεταξύ των εθνικών ομάδων που προέρχονταν από διαφορετικές σχολές». – Με δεδομένη την εκτίμηση ότι η εθνική ομάδα διανύει μεταβατικό στάδιο, ποιο είναι το μεγαλύτερο ζητούμενο της επόμενης ημέρας;
– Οι εθνικές είναι δύσκολες ομάδες για τον εκάστοτε προπονητή και τους παίκτες, λόγω του μικρού χρόνου προετοιμασίας και της πίεσης των αποτελεσμάτων που υπάρχει. Στην εθνική δεν είχαμε καλά αποτελέσματα τα τελευταία χρόνια, αλλά πιστεύω ότι είμαστε κοντά να βγούμε από το... τούνελ. Σε αυτό το μεταβατικό στάδιο χρειάζεται υπομονή και επιμονή στο πλάνο που θα επιλέξουν όσοι αποφασίζουν για την εθνική ομάδα. Παίκτες με υψηλές τεχνικές προοπτικές διαθέτουμε. Αυτό που χρειάζεται να περιμένουμε είναι η ανταπόκριση, όσο το δυνατόν περισσοτέρων παικτών σε ηγετικό ρόλο. Αν έχουν, δηλαδή, την ανάλογη προσωπικότητα και τα ψυχικά αποθέματα να κάνουν την διαφορά και να «σηκώσουν» την εθνική και πάλι ψηλά. Υπάρχει, φυσικά, ο ηγέτης της επόμενης ημέρας, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, αλλά κι αυτός πρέπει να ανταποκριθεί στα τεχνικά χαρακτηριστικά της εθνικής και να προσαρμόσει τα προσόντα του από το ΝΒΑ. Βασική προϋπόθεση είναι η ενότητα της ομάδας, η θωράκισή της από κάθε εξωγενή παράγοντα που λειτουργεί διασπαστικά και οι παίκτες να συγκροτούν μια δυνατή παρέα. – Μπορεί να έχει γίνει υπερτίμηση κάποιων παικτών που προορίζονται για τα στελέχη της εθνικής τα επόμενα χρόνια;
Τεχνικά δεν είναι υπερτιμημένοι. Υπάρχει «μαγιά» παικτών που επιβάλλεται να τους εμπιστευθούμε, αλλά και αυτοί καλούνται να παρουσιάσουν το ανάλογο ψυχολογικό ανάστημα για να ακολουθήσουν τα χνάρια των προκατόχων τους.