Η μερική απασχόληση εγκυμονεί κινδύνους
Εκθεση του ΟΟΣΑ σχετικά με τις επιπτώσεις της στην παγκόσμια αγορά εργασίας
Η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας στηρίζεται στη μερική απασχόληση, και αυτό ενέχει κινδύνους, προειδοποιεί σε έκθεσή του ο ΟΟΣΑ. Η μικρή αύξηση της απασχόλησης που παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο προέρχεται κυρίως από τη μερική και όχι από την πλήρη απασχόληση, που αποτελεί τον πυλώνα της παγκόσμιας ανάπτυξης. Ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί ότι εκατομμύρια εργαζόμενοι διατρέχουν τον κίνδυνο να εγκλωβιστούν σε μια χρόνια κατάσταση ανεργίας ή μετακίνησης μεταξύ ανεργίας και επισφαλούς κακοπληρωμένης εργασίας. Επίσης, προβλέπει ότι μέχρι τα τέλη του 2016, σε πολλές χώρες, και ειδικά ευρωπαϊκές, τα επίπεδα της απασχόλησης δεν θα επανέλθουν σε εκείνα πριν από την κρίση.
Οι προοπτικές της παγκόσμιας απασχόλησης βελτιώνονται με αργό ρυθμό, όπως παρατηρεί στην τελευταία του σχετική έκθεση o Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ). Ωστόσο, είναι η μερική απασχόληση και όχι η πλήρης που αποτελεί τον πυλώνα της παγκόσμιας ανάπτυξης. Εξού και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας ότι, μέχρι τα τέλη του 2016, σε πολλές χώρες, και ειδικά ευρωπαϊκές, τα επίπεδα της απασχόλησης δεν θα επανέλθουν σε εκείνα πριν από την κρίση. Παράλληλα, εκατομμύρια εργαζόμενοι διατρέχουν τον κίνδυνο να εγκλωβιστούν σε μια χρόνια κατάσταση ανεργίας ή μετακίνησης μεταξύ ανεργίας και επισφαλούς κακοπληρωμένης εργασίας. Σήμερα, σχεδόν 42 εκατομμύρια άνθρωποι στις χώρες του ΟΟΣΑ βρίσκονται εκτός εργασίας, όταν το 2014 ανέρχονταν σε 45 εκατομμύρια. Ωστόσο, πριν από την κρίση ήταν κατά 10 εκατομμύρια λιγότεροι.
Ο δείκτης της ανεργίας στον ΟΟΣΑ αναμένεται να συνεχίσει την πτώση του τους προσεχείς 18 μήνες και να αγγίξει το 6,5% το τελευταίο τρίμηνο του 2016. Στην Ελλάδα και στην Ισπανία, όμως, η ανεργία θα διατηρηθεί άνω του 20%. «Τα χρονικά περιθώρια έχουν σχεδόν εξαντληθεί στο να αποτρέψουμε τα σημάδια της κρίσης από το να παραμείνουν εδώ για πάντα με εκατομμύρια εργαζόμενους, παγιδευμένους στο κατώτατο σκαλί της οικονομικής κλίμακας», δήλωσε ο γενικός διευθυντής του ΟΟΣΑ, Ανχελ Γκουρία. «Ειδάλλως, η ανισότητα θα επιδεινωθεί περαιτέρω, εξού και οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δράσουν άμεσα και να εμποδίσουν τη μόνιμη αύξηση των εργαζομένων που παγιδεύον- ται μεταξύ επισφαλούς απασχόλησης και ανεργίας».
Μέσα από το πρίσμα αυτό, ο ΟΟΣΑ παρατηρεί ότι η μακροχρόνια ανεργία παραμένει σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα. Περισσότεροι από ένας στους τρεις που αναζητούν εργασία βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση άνω των 12 μηνών, δηλαδή συνολικά 15,7 εκατ. άνθρωποι στις χώρες του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη. Πρόκειται για δραματική αύ- ξηση 77,2% από τα τέλη του 2007. Εξίσου σοβαρό πρόβλημα συνιστά και η ανεργία των νέων. Στις πληγείσες από τη δημοσιονομική κρίση χώρες της Νότιας Ευρώπης, η νεανική ανεργία έχει εκτιναχθεί, αν και συνολικά σε σχεδόν κάθε χώρα του ΟΟΣΑ βρίσκεται σε υψηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα. Ακόμα σημαντικότερο είναι το εξής: όπως αποτυπώνεται στην έρευνα του ΟΟΣΑ, οι μακροπρόθεσμες επαγγελματικές προοπτικές ενός ατόμου καθορίζονται, σε μεγάλο βαθμό, από τα πρώτα δέκα χρόνια της εργασίας του. Πάμπολλοι νέοι άνθρωποι που έχουν τελειώσει το σχολείο ή το πανεπιστήμιο μέσα στην κρίση έρχονται αντιμέτωποι με τις δυσκολίες εξεύρεσης εργασίας, και ως εκ τούτου ενδέχεται και οι μελλοντικές τους ευκαιρίες να είναι περιορισμένες.
Ενα ακόμα εύρημα στην έκθεση του ΟΟΣΑ αφορά το γεγονός ότι το μοντέλο απασχόλησης αλλάζει και το κέντρο βάρους μετακινείται περισσότερο προς την ημιαπασχόληση. Το ποσοστό των ημιαπασχολούμενων αυξήθηκε από το 18,6% προ κρίσης στο 20,6% σήμερα. Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρούνται στην Ολλανδία (51,7%) και στην Ελβετία (36,8%), ενώ σε Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Γερμανία, Νορβηγία, Σουηδία και ΗΠΑ υπερβαίνουν το 25%. Σε πολλές χώρες, οι άνθρωποι επιλέγουν οι ίδιοι
Ο δείκτης της ανεργίας αναμένεται να αγγίξει το 6,5% το δ΄ τρίμηνο του 2016. Στην Ελλάδα και στην Ισπανία, όμως, θα διατηρηθεί σε επίπεδα άνω του 20%.
τη μερική απασχόληση, αλλά στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία εξαναγκάζονται να εργάζονται σε αυτό το καθεστώς, ενώ στην ουσία αναζητούν πλήρη απασχόληση. Αναφορικά, τώρα, με την εποχική εργασία, το ποσοστό της έχει ελάχιστα μεταβληθεί από τότε που ξέσπασε η διεθνής οικονομική κρίση. Στην περίοδο της ύφεσης μειώθηκε δραστικά, αλλά έκτοτε αυξήθηκε εκ νέου στη φάση της ανάκαμψης. Τότε πολλοί εργοδότες προτίμησαν μέσω εποχικών συμβά- σεων να αυξήσουν το προσωπικό τους. Η αύξηση μισθών επιβραδύνθηκε από το ετήσιο 1,8% την περίοδο 2000-2007 στο 0,5% έκτοτε. Η συγκράτηση των μισθών συνέβαλε στο να περιοριστούν οι απώλειες θέσεων εργασίας στην ύφεση και διευκόλυνε την ενίσχυσή τους την περίοδο της ανάκαμψης. Ωστόσο, η βραδεία μισθολογική αύξηση και η πραγματική μείωση μισθών σε ορισμένες χώρες περιόρισαν τα εισοδήματα των νοικοκυριών, παρατηρεί, τέλος, ο ΟΟΣΑ.