Δεν είδε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας κερδοσκοπία…
Τα σενάρια και το πραγματικό ενεργειακό πρόβλημα που προκάλεσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη
Το 2022, όταν οι τιμές του ρεύματος κάλπαζαν ανεξέλεγκτα, η κυβέρνηση απέδιδε τις αυξήσεις στην καλπάζουσα άνοδο των ευρωπαϊκών τιμών φυσικού αερίου και στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Κι όταν τον περασμένο Μάιο άρχισαν ξανά να ανεβαίνουν οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, ο Θόδ. Σκυλακάκης είπε πως φταίει το ότι για πολλές μέρες δεν φύσαγε, οπότε δούλεψαν περισσότερο οι μονάδες με φυσικό αέριο και ανέβασαν τις τιμές.
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχει ήλιο, φυσάει και οι ευρωπαϊκές τιμές του φυσικού αερίου βρίσκονται χαμηλά, επομένως γιατί ανεβαίνουν οι τιμές της ενέργειας;
Το βασικό πρόβλημα αυτήν τη στιγμή είναι οι ΑΠΕ, δηλαδή ο ήλιος και ο αέρας δίνουν ενέργεια μόνο την ημέρα, σε χαμηλές τιμές βεβαίως, οπότε μόλις βραδιάζει, αλλά υπάρχει ακόμη υψηλή ζήτηση λόγω ζέστης, τη ζήτηση αυτή καλύπτουν οι μονάδες του φυσικού αερίου, που επειδή έχουν τη δυνατότητα και τους επιτρέπεται ανεβάζουν τις τιμές ως και 14 φορές πάνω – οπότε η χονδρεμπορική τιμή της κάθε μέρας που βγαίνει ως μέσος όρος κινείται ολοένα ψηλότερα.
Αυτή η σκανδαλώδης διαφορά οδήγησε στην έρευνα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) που επιδίωκε συγκεκριμένα να διαπιστώσει αν οι ακραίες διακυμάνσεις αυτές των τιμών –είχαν καταγραφεί μόνο επί ενεργειακής κρίσης– οφείλονται σε κερδοσκοπικές κινήσεις των παραγωγών φυσικού αερίου.
Την περασμένη Τρίτη ωστόσο, λίγες ώρες πριν από την εμφάνιση Μητσοτάκη στον Σκάι, από το υπουργείο Ενέργειας άρχισε να διαρρέεται δεξιά και αριστερά πως δεν προέκυψαν ενδείξεις ότι οι παραγωγοί φυσικού αερίου παίζουν
κερδοσκοπικά παιχνίδια και ότι το πρόβλημα είναι, λέει, εξωγενές: προκύπτει από τις τεράστιες ανάγκες για εισαγωγές ενέργειας στην Ουγγαρία και τη Ρουμανία, όπου άλλωστε οι τιμές είναι υψηλότερες από της Ελλάδας, παρεμβαίνουν και κάποιοι ξένοι traders και το πράγμα ξεφεύγει.
Καθώς το Documento παραμένει –για ευνόητους λόγους– δύσπιστο απέναντι σε αυτά τα σενάρια που δεν βλέπουν ευθύνη του ολιγοπωλίου των παραγωγών ενέργειας με φυσικό αέριο στη μεγάλη άνοδο των τιμών, ρώτησε τον ειδικό συνεργάτη του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών Σωτήρη Πέτρου που έχει εξειδίκευση στα οικονομικά και στο δίκαιο των ενεργειακών αγορών αν αυτό μπορεί να ισχύει:
Μπορεί, μας απάντησε. «Εί
ναι γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό υπάρχει πρόβλημα με τις διασυνδέσεις Ελλάδας – Ιταλίας και Ελλάδας – Βουλγαρίας γιατί κάνουν συντήρηση στις γραμμές οπότε περνάει προς βορρά λιγότερη ενέργεια από την επιθυμητή. Ισχύει επίσης ότι παράγοντες των ξένων αγορών μπορούν να ανεβάσουν τις ελληνικές τιμές επειδή οι αγορές είναι διασυνδεμένες. Ομως στο κέντρο του προβλήματος παραμένει το ότι έχουμε ολιγοπώλιο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μπορούν να λειτουργούν ως καρτέλ και να ανεβάζουν όσο θέλουν τις τιμές. Η ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ είναι ότι πηγαίνουμε ολοταχώς στις ΑΠΕ που δεν αποδίδουν ρεύμα όλο το 24ωρο. Δεν βλέπουμε όμως τους μεγάλους παραγωγούς ΑΠΕ που είναι οι ίδιοι και παραγωγοί φυσικού αερίου να βοηθάνε λίγο κάνοντας κάποιες κινήσεις για αποθήκευση ενέργειας, έστω με τις τρέχουσες τεχνολογικές δυνατότητες, ώστε να λυθεί το πρόβλημα της διακοπτόμενης παραγωγής. Αντίθετα, τους βλέπουμε να σπεύδουν με τις μονάδες φυσικού αερίου στην αγορά εξισορρόπησης και να αυξάνουν τις τιμές αυξάνοντας τα κέρδη τους. Χωρίς τα υδροηλεκτρικά των σκανδιναβικών χωρών ή τα πυρηνικά εργοστάσια που έχουν η Γερμανία και η Γαλλία, η χώρα πληρώνει την επιλογή της βίαιης απολιγνιτοποίησης που έκανε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με υψηλές τιμές ενέργειας».
Την περασμένη Πέμπτη έκανε και κάτι άλλο η κυβέρνηση, αν και στα μουλωχτά. Εβαλε μπροστά έξι λιγνιτικές μονάδες, ανεβάζοντας τη συμμετοχή του λιγνίτη στην εθνική ηλεκτροπαραγωγή στο 12%. Αποτέλεσμα; Η τιμή της μεγαβατώρας στη χονδρεμπορική αγορά να πέσει μέσα σε μία μέρα κατά 30%, από τα 218,77 ευρώ (17.7.24) στα 153,95 ευρώ (18.7.2024)…
«Η χώρα πληρώνει με υψηλές τιμές ενέργειας την επιλογή της βίαιης απολιγνιτοποίησης που έκανε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας»
Σωτήρης Πέτρου Ειδικός συνεργάτης Ινστιτούτου ΕΝΑ